Γράφει ο Θεόδωρος Γιαννόπουλος*
“Όλοι ξέρουμε πως ο τουρισμός είναι η βαριά βιομηχανία της Ελλάδας”.
Αυτό το γνωμικό της Μελίνας Μερκούρη, σφράγισε τη χώρα μας ως έναν από τους κορυφαίους τουριστικούς προορισμούς. Από τους τάφους της Βεργίνας στην Μακεδονία μέχρι τις αμμουδιές της Κρήτης, και από το Ναυάγιο της Ζακύνθου μέχρι το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου των Ιπποτών στην Ρόδο, η χώρα μας είναι γεμάτη από μαγευτικά τοπία και μέρη με φιλόξενους ανθρώπους. Φέτος όμως, τα πράγματα ήταν διαφορετικά.
Ο κορονοϊός αποτέλεσε μια πρωτοφανή κρίση, που καθήλωσε ακόμα και τα πιο ισχυρά κράτη. Σχεδόν όλες οι χώρες του κόσμου πέρασαν μία περίοδο lockdown, καθηλώνοντας τις οικονομίες τους. Από τις αρχές Μαϊου, υπήρξαν κάποια κράτη, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία, που άνοιξαν τα σύνορα τους σε μια προσπάθεια να σώσουν την καλοκαιρινή σεζόν. Αυτό όμως, φανέρωσε μια διαχρονική αδυναμία για την περίπτωση της Ελλάδας. Ο Θερινός Τουρισμός δεν φτάνει.
Όταν σκεφτόμαστε «Ελληνικό τουρισμό», συνήθως ο νους μας πάει στο τρίπτυχο ήλιος-θάλασσα-ανεμελιά. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μειωθεί στην αξία αυτού του τρίπτυχου, διότι είναι το ισχυρό «χαρτί» της χώρας μας.
Πρέπει όμως να αλλάξουμε νοοτροπία, να μην σκεφτόμαστε πως η τουριστική περίοδος είναι οι τρείς μήνες του καλοκαιριού. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως η Ελλάδα, εκτός από θάλασσα και ήλιο, μπορεί να προσφέρει πολλά περισσότερα σε έναν επισκέπτη, όλες τις εποχές του χρόνου. Με άλλα λόγια, πρέπει να στρέφουμε το ενδιαφέρον και στον εναλλακτικά τουρισμό.
Η ιστορία, ο πολιτισμός, και οι φυσικές ομορφιές της Γορτυνίας την καθιστούν ιδανικό προορισμό για μορφές εναλλακτικού τουρισμού, όπως ο θρησκευτικός τουρισμός, ο αγροτουρισμός, ο περιπατητικός τουρισμός κ.α.
Στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει προσπάθειες για να εδραιωθούν ο συνεδριακός και αθλητικός τουρισμός, καθώς και ο αγροτουρισμός. Παράλληλα έχει αναπτυχθεί και ο θρησκευτικός τουρισμός, με κύριους επισκέπτες τους Βαλκάνιους. Και φυσικά δεν επισκέπτονται μόνο τους διάσημους θρησκευτικούς χώρους όπως το Άγιο Όρος, αλλά και άλλες λιγότερο γνωστές εκκλησίες, που είναι διασκορπισμένες σε όλη την Ελλάδα. Με αυτόν τον τρόπο αναδεικνύονται και άλλες περιοχές της χώρας μας, που διαφορετικά θα έμεναν αδιάφορες για τους τουρίστες.
Η Γορτυνία αποτελεί σημαντικό πνευματικό κέντρο όλης της χώρας. Κάθε βράχος, κάθε βουνό, κάθε χωριό μετρά αμέτρητες εκκλησίες και εξωκλήσια, ενώ υπάρχουν πολλά ερείπια και ίχνη πολλών βυζαντινών εκκλησιών. Ιστορικές Ιερές Μονές κυριολεκτικά κρεμασμένες πάνω σε βράχους, συνθέτουν μια θρησκευτική κληρονομιά αιώνων.
Για τους λάτρεις της φύσης η Γορτυνία όμως προσφέρει πλήθος ευκαιριών στο κομμάτι του αγροτουρισμού. Όλοι οι οικισμοί της έχουν διατηρήσει αναλλοίωτο το χαρακτήρα της υπαίθρου και εγγυούνται στον επισκέπτη τη δυνατότητα να ζήσει από κοντά τη ζωή στο χωριό και να γνωρίσει τα απλά καθημερινά πράγματα μια αγροτικής ζωής.
Ο τουρισμός στην χώρα μας, είναι ο πυρήνας του παραγωγικού της μοντέλου και όχι άδικα. Πολλοί όμως υποστηρίζουν πως αυτή η δομή πρέπει να αλλάξει και να ενισχυθούν άλλοι κλάδοι της παραγωγής για να μπορέσει η Ελλάδα να γίνει πιο ανταγωνιστική. Στην πραγματικότητα όμως, ο τουρισμός, μπορεί να λειτουργήσει ως το εφαλτήριο για να αναπτυχθούν και οι υπόλοιποι κλάδοι.
Δεν έχει σημασία αν η φύση έχει δημιουργήσει τα πιο μαγευτικά μέρη αν δεν υπάρχει πρόσβαση σε αυτά. Για αυτό και πρέπει να εξαπλωθεί το οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας, αλλά και να βελτιωθούν οι υπάρχουσες υποδομές και καταλύματα. Κατ’επέκταση, είναι προς το συμφέρον μας να μπορούμε να θρέφουμε τους επισκέπτες με προϊόντα που παράγονται στην χώρα μας. Για αυτό και είναι επιτακτική ανάγκη να εξελιχθεί και να ενισχυθεί ο πρωτογενής τομέας παραγωγής.
Η κάθε κρίση, δημιουργεί ευκαιρίες και όποιος τις εκμεταλλεύεται, μπορεί να κερδίσει πολλά. Ίσως η κρίση του κορονοιού, δώσει την ευκαιρία στην Ελλάδα να αναδιαρθρώσει εν μέρει το παραγωγικό της μοντέλο. Διότι ας είμαστε ειλικρινείς: είναι πολύ δύσκολο (και ίσως ζημιογόνο) να μετατραπεί μια τουριστική χώρα σε βιομηχανική. Το ζήτημα είναι να χρησιμοποιηθεί ο τουρισμός, όχι μόνο σαν αυτοσκοπός, αλλά και σαν μέσο για την ανάπτυξη.
* Ο Θεόδωρος Αγγ. Γιαννόπουλος, από Βάχλια και Δήμητρα, είναι Αριστούχος τριτοετής Φοιτητής του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου Πειραιώς