Παπαηλιού: “Μένουν στην απέξω” οι πυρόπληκτες περιοχές της Γορτυνίας και της Μεγαλόπολης

Σύμφωνα με τα όσα υποστήριξε ο Βουλευτής Αρκαδίας στην αγόρευση του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Γιώργος Παπαηλιού στην Ολομέλεια της Βουλής (7.9.2021) κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Εσωτερικών για “την ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας σε θεσμικούς φορείς της πολιτείας …” οι ευνοϊκές ρυθμίσεις για τους πυρόπληκτους περιορίζονται μόνο στη Βόρεια Εύβοια.

Η αγόρευσή του στην Ολομέλεια της Βουλής:

Αγόρευση του βουλευτή Αρκαδίας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Γιώργου Παπαηλιού στην Ολομέλεια της Βουλής (7.9.2021) κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Εσωτερικών για «την ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας σε θεσμικούς φορείς της πολιτείας …

1) Η κυβερνητική τροπολογία για την αναστολή των προθεσμιών λήξης και τη μη καταχώρηση των αξιογράφων σε αρχεία δεδομένων οικονομικής συμμόρφωσης περιορίζεται στους δήμους της πυρόπληκτης Βόρειας Εύβοιας. 

Τα συγκεκριμένα ευεργετήματα (ανεξαρτήτως επάρκειας και αποτελεσματικότητας) δεν επεκτείνονται στις άλλες πυρόπληκτες περιοχές, μεταξύ των οποίων και αυτές της Αρκαδίας, τη Γορτυνία και τη Μεγαλόπολη, όπως θα έπρεπε για λόγους ισονομίας και ίσης μεταχείρισης. 

Έτσι και πάλι οι πυρόπληκτες περιοχές της Γορτυνίας και της Μεγαλόπολης «μένουν στην απέξω» προς δόξαν της πολιτικής της νεοδεξιάς κυβέρνησης της ΝΔ-του Κυριάκου Μητσοτάκη. 

2) Η διαφθορά συνιστά σύνθετο φαινόμενο με οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις. Αποτελεί τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη. Το οικονομικό έγκλημα, η οικονομική και φορολογική απάτη, η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η διαφθορά εν γένει προκαλούν αβεβαιότητα. Στο επιχειρηματικό περιβάλλον, προκαλεί εκτός από αβεβαιότητα, επιβράδυνση των διαδικασιών και  στην επιβολή πρόσθετου κόστους. Έτσι μία χώρα καθίσταται λιγότερο ελκυστική για επιχειρηματικές δραστηριότητες και, ως εκ τούτου, μειώνονται οι  επενδύσεις, η ανταγωνιστικότητα και δεν είναι δυνατή η πλήρης ανάπτυξη των δυνατοτήτων της οικονομίας. (Η διαφθορά) λειτουργεί επίσης αποτρεπτικά όσον αφορά στην καταβολή και αντίστοιχα στην είσπραξη  φόρων από τους φορολογούμενους. Σε αυτό το πλαίσιο ενισχύονται οι κοινωνικές ανισότητες και διαβρώνεται η εμπιστοσύνη προς τους θεσμούς,  το κράτος, τη δημοκρατία.    

Εκτρέπονται πόροι από παραγωγικά αποτελεσματικές δράσεις, υπονομεύεται η αποτελεσματικότητα των δημόσιων δαπανών, τίθεται εν αμφιβόλω η βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών και   των κρατικών προϋπολογισμών, που οδηγεί ακόμη και σε χρεωκοπία. Ιδίως, όταν η διαφθορά συνδέεται με τη διαπλοκή με ισχυρά συμφέροντα, το τραπεζικό σύστημα, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τους συστημικούς πολιτικούς παίκτες.   

Το παράδειγμα της χώρας μας είναι χαρακτηριστικό. Η χρεωκοπία υπήρξε αποτέλεσμα, εκτός των άλλων, και της διαπλεκόμενης διαφθοράς, που απομύζησε δημόσιους πόρους και τους προώθησε στην εξυπηρέτηση ισχυρών οικονομικών συμφερόντων, χωρίς αυτά «να ανταποδώσουν» το ελάχιστο στο δημόσιο χώρο. Η κατάχρηση εξουσίας για ιδιωτικό όφελος στο απόγειό της.    

Η καταπολέμηση της διαφθοράς δεν μπορεί να περιοριστεί σε ένα τυποποιημένο σύνολο μέτρων. Χρειάζεται πρακτική αντιμετώπιση, με εργαλεία πρόληψης, ανίχνευσης, καταστολής και επιβολής κυρώσεων.  

Το νομοσχέδιο αναφέρεται στο ζήτημα της διαφάνειας και της λογοδοσίας στους θεσμικούς φορείς της πολιτείας. Θα μπορούσε να είναι ουσιαστικής σημασίας για μία δημοκρατική πολιτεία, για ένα κράτος δικαίου. Δημοκρατία και κράτος δικαίου, χωρίς διαφάνεια και λογοδοσία δεν μπορούν να υπάρξουν. ‘Όμως το νομοσχέδιο δεν υπηρετεί το σκοπό της προώθησής τους.  Η ανταπόκριση της χώρας στη ρύθμιση του πεδίου του lobbying και στην απόκτηση Ενιαίου Κώδικα Δεοντολογίας και αντίστοιχου Μητρώου Διαφάνειας, που ισχύει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, πρέπει να είναι ουσιαστική και να μην υπηρετεί επικοινωνιακού τύπου σκοπιμότητες. 

Με το νομοσχέδιο δεν επιλέχθηκε ένας διαφορετικός τρόπος ρύθμισης του lobbying που να συμπεριλαμβάνει περισσότερα άτομα ή νομικά πρόσωπα άσκησης αδιαφανούς και αθέμιτης επιρροής, παρά μόνο περιορίζεται στους επαγγελματίες  λομπίστες, τους λομπίστες  επ’ αμοιβή. Δεν περιλαμβάνονται οι φορείς οικονομικής ισχύος, οι εκπρόσωποι μεγάλων οικονομικών ομίλων, οι νομικές εταιρείες, που πράγματι ασκούν αδιαφανή και αθέμιτη επιρροή – και η ΝΔ το γνωρίζει πολύ καλά.

Το νομοσχέδιο περιέχει αοριστίες και  γενικότητες, ακόμη και όσον αφορά τους ορισμούς. Οι εξουσιοδοτήσεις για υπουργικές αποφάσεις περιλαμβάνονται σε πέντε   άρθρα, στα οποία αποτυπώνονται  οι αποκλειστικές αρμοδιότητες του υπουργού, με την γνωμοδοτική αρμοδιότητα της (ούτως ή άλλως πλήρως ελεγχόμενης από την κυβέρνηση)  Εθνικής Αρχής Διαφάνειας να προσδίδει επίφαση διαφάνειας και σοβαρότητας στο εγχείρημα. 

Δεν κατονομάζονται ρητά οι θεσμικοί φορείς στους οποίους το νομοσχέδιο  αναφέρεται Στους ασκούντες αδιαφανή και αθέμιτη επιρροή περιλαμβάνονται μόνον οι επαγγελματίες λομπίστες.

Δεν προσδιορίζονται η δραστηριότητα και  ο τρόπος με τους οποίους διεξάγεται η άσκηση αδιαφανούς και αθέμιτης επιρροής και πίεσης.  

Όπως επίσης και η μη απόσπαση πληροφοριών με αθέμιτο ή παράνομο τρόπο ή η μη χρησιμοποίηση πληροφοριών που λαμβάνονται από θεσμικούς φορείς. 

Δεν προσδιορίζεται η σημασία του όρου «αθέμιτη επιρροή ή πίεση», με αποτέλεσμα να υπάρχει σύγχυση και παρερμηνεία που θα οδηγήσουν ενδεχομένως σε καταχρηστικές συμπεριφορές. 

Συμπερασματικά, το νομοσχέδιο δεν δημιουργεί ένα πλαίσιο λειτουργίας του lobbying, ολοκληρωμένο, ακριβές και  διαφανές, που «θα λογοδοτεί» στη Πολιτεία. Η ΝΔ ισχυρίζεται, ότι με το νομοσχέδιο σκοπείται  η διαφάνεια και η λογοδοσία, όμως η συγκεκριμένη νομοθέτηση είναι στον αέρα, αφού δεν υπάρχει δυνατότητα εφαρμογής της.

Και πάντως η κυβέρνηση της ΝΔ δεν μπορεί να προτάσσει τη διαφάνεια, όταν έχει κάνει κανόνα τις απευθείας αναθέσεις και τις εξαιρέσεις από τους ισχύοντες κανόνες. Και όταν όλες  οι νομοθετικές πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει μέχρι σήμερα  περιέχουν «δωράκια» στους μεγάλους, ισχυρούς και εκλεκτούς φίλους της.  

Γιώργος Η. Παπαηλιού