Από τα μέσα Σεπτεμβρίου και πολλές φορές μέχρι και τις αρχές Οκτωβρίου σε κάποια χωριά μας ξεκινούσε ο τρύγος. Μια αγροτική εργασία που πηγάζει από τα βάθη της αρχαιότητας και είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη λατρεία του Διονύσου, του Θεού του κρασιού, του κεφιού και της χαράς. Γενιές και γενιές μεγάλωσαν με τα μοναδικά βιώματα του τρύγου. Τα παλαιότερα χρόνια ο τρύγος είχε περισσότερο τη μορφή πανηγυριού σε καθορισμένες ημέρες. Οι ημέρες εκείνες ήταν ημέρες χαράς. Το χωριό άδειαζε και η ζωή μεταφερόταν στα βουνά.
Τα σταφύλια ήδη γυάλιζαν πάνω στις κληματαριές, ενώ τα σκιάχτρα ήταν πάντα εκεί για να διώχνουν τα πουλιά. Οι προετοιμασίες βέβαια είχαν ξεκινήσει πολύ νωρίτερα. Οι ληνοί ήδη είχαν σαπουνιστεί και καθαριστεί για να πατηθούν τα σταφύλια.
Άνθρωποι κάθε ηλικίας συμμετείχαν σε αυτήν την ευχάριστη διαδικασία. Τραγούδια, φωνές και πειράγματα παντού. Ακόμα και τα παιδιά έπαιρναν μέρος τραγουδώντας. Οι δουλειές όλες μοιρασμένες. Άλλοι έκοβαν τα σταφύλια, άλλοι με τις κοφήνες πάνω στα ζώα κουβαλάγανε τα σταφύλια στους ληνούς, άλλοι πάταγαν τα σταφύλια και τέλος άλλοι κουβάλαγαν το μούστο με τα ασκιά (τομάρια).
Ο μούστος συνήθως αποθηκευόταν με μεγάλη προσοχή σε μεγάλα ξύλινα βαρέλια, τους λεγόμενους τσιπουρίτες. Εκεί ζυμωνόταν αρχικά με το φλοιό των σταφυλιών για να πάρει το επιθυμητό χρώμα. Μετά μεταγγιζόταν στα κανονικά βαρέλια, όπου ζυμωνόταν (έβραζε) και γινόταν κρασί. Το κρασί αποκτούσε το χρώμα του από τη ζύμωση του μούστου από τους φλοιούς των σταφυλιών.
Ένα μεγάλο κομμάτι της γεωργική παράδοσης ήταν και η παραγωγή του τσίπουρου. Παράλληλα οι νοικοκυρές φτιάχνανε τα παραδοσιακά προϊόντα του μούστου, τη γνωστή μουσταλευριά και τα μουστοκούλουρα, αλλά και το γλυκό πετιμέζι.
Ο τρύγος λοιπόν ήταν μια μεγάλη γιορτή. Για αυτό και μαζί με τις άλλες τις ευχές για «καλή σιγουριά» στη σοδειά, όλοι αντάλλαζαν και τα «Χρόνια Πολλά».
Και βέβαια αναρίθμητες οι λαϊκές παροιμίες μας για τον τρύγο, όπως:
“Θέρος, τρύγος, πόλεμος, στασιό δεν περιμένουν…”
“Τ’ αμπέλι θέλει αμπελουργό και το καράβι ναύτε”
“Άλλοι σκάβουν και κλαδεύουν και άλλοι πίνουν και μεθούν”’
Ε.Μ.