Το ιστορικό γεφύρι της Καρύταινας βρίσκεται επί του Αλφειού, κάτω από την επίσης ομώνυμη ιστορική κωμόπολη. Τα βάθρα του ακουμπούν πάνω σε πέτρα για πιο πολύ ανθεκτικότητα. Αποτελείται από πέντε άνισα τόξα με ορθογώνια ανακουφιστικά ανοίγματα, έχει ύψος 12 μέτρα, μήκος 50 και το μεγαλύτερο τόξο έχει άνοιγμα 8,75 μέτρα. Με σαφή τη σχέση με αυτόν της Άρτας, ο μύθος λέει ότι, προκειμένου να στεριώσει το γεφύρι, στα θεμέλιά της είναι θαμμένη μια πριγκίπισσα των Φράγκων.
Πρωτοχτίστηκε το μεσαίωνα, στα Βυζαντινά χρόνια και τη σημερινή του μορφή με τα πολλά ορθογώνια ανακουφιστικά ανοίγματα την πήρε το 1441, όταν ανακατασκευάστηκε από τον Ραούλ Μανουήλ Μελική, γόνο σπουδαίας Βυζαντινής οικογένειας. Από τον ίδιο χτίστηκε και ένα τόξο σε μεσόβαθρο, που ακουμπάει πάνω σε βράχο (το δεύτερο τόξο από ανάντη) και λειτουργούσε σαν ανακουφιστικό . Λέγεται ότι προσπαθώντας να περάσει το ποτάμι παραλίγο να πνιγεί και γι’ αυτό ξανάχτισε το ήδη μισοκατεστραμμένο γεφύρι.
Στη μια πλευρά της γέφυρας είναι γαντζωμένο ένα παρεκκλήσι της Παναγίας (τέτοια συνήθιζαν να φτιάχνουν οι βυζαντινοί σε γεφύρια για να τα φυλάνε), μέσα στο οποίο εντοιχισμένη επιγραφή λέει ότι “ η γέφυρα ξανάγινε από τον Ραούλ Μανουήλ Μελική το 1441”. Ωστόσο σε γκραβούρες του 1830, τονίζεται με πολύ έντονο σαμάρι πάνω από τη μεσαία και μεγαλύτερη καμάρα. Εκτιμάται ότι ίσως έγιναν κάποιες τροποποιήσεις στις αρχές του 19ου αιώνα αλλά να έμεινε η παλιά επιγραφή, η οποία χάθηκε πριν από λίγα χρόνια. Το σίγουρο είναι ότι το πάνω από τις θυρίδες μέρος είναι και αυτό προσθήκη του 19ου αιώνα.
Συνέδεε το κάστρο της Καρύταινας με τη Μεσσηνία και γενικά αποτελούσε πέρασμα από Αρκαδία προς Μεσσηνία και Ηλεία και αντιστρόφως ενώ δίπλα της είναι χτισμένη από την δεκαετία του ’50 σύγχρονη τσιμεντένια γέφυρα, κάνοντας αναπόφευκτη τη σύγκριση ανάμεσα στην παλιά και την καινούργια. Άλλες εποχές, άλλα μέσα, άλλη αντίληψη της καλαισθησίας…
Σήμερα σώζονται τρία τόξα και το γκρεμισμένο κομμάτι έχει αντικατασταθεί από ελαφριά ξύλινη γέφυρα. Θα πρέπει να τονισθεί επίσης ότι είναι γνωστό σε όλους το γεφύρι από την απεικόνισή του σ’ ένα από τα τελευταία Ελληνικά χαρτονομίσματα, το πεντοχίλιαρο, λόγω της μοναδικότητας και της ιστορίας της.
Η γέφυρα της Καρύταινας έγινε πεδίο μαχών μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων πολλές φορές κατά την τουρκοκρατία αλλά κυρίως κατά τους χρόνους της επανάστασης, καθώς ήταν από τα λίγα περάσματα από Γορτυνία προς Μεσσηνία και Ηλεία. Αναφέρεται από τον Πουκεβίλ, ο οποίος λέει “…στην έξοδο της κοιλάδας του Σινάνου, ο Ωρφιάς κυλάει πάνω στο έδαφος της Καρύταινας, της αρχαίας χώρας των Τρικολόνων, της πάντοτε εύφορης και με άφθονα κοπάδια. Αφού περάσει κάτω από τη γέφυρα που οδηγεί στη Καρύταινα, ο ποταμός δέχεται, από την δεξιά όχθη του, το Ατσίχολο ή ποτάμι του Χατζή – Ογλού”. (1)
Το πεντάτοξο πέτρινο γεφύρι ονομάστηκε και «γεφύρι του πεντοχίλιαρου», επειδή εικονιζόταν στην πίσω όψη του πιο διάσημου χαρτονομίσματος στα χρόνια της δραχμής. Στην μπροστινή όψη εικονιζόταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και πίσω η Καρύταινα στην Αρκαδία.
Ο αρχιστράτηγος της Επανάστασης συνδέεται με την συγκεκριμένη περιοχή, καθώς εκεί έδρασε και είχε στήσει το ορμητήριό του. Σύμφωνα με τα χειρόγραφα του Γέρου, εκεί στις 26 Μαρτίου του 1821, αγωνιστές σκότωσαν έναν αγγελιαφόρο που θα ειδοποιούσε τους Τούρκους του διπλανού χωριού να το εγκαταλείψουν, επειδή είχαν σκοπό να το καταλάβουν. Έτσι, οι Έλληνες πήραν πρώτοι το μήνυμα και πρόλαβαν την επίθεση. Το διάσημο χαρτονόμισμα αξίας 5.000 δραχμών.
Ο θρύλος το συνδέει την οικοδόμησή του με ανθρωποθυσία, όπως και το ιστορικό γεφύρι της Άρτας και άλλα πέτρινα γεφύρια. Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση, ο άρχοντας του κάστρου της Καρύταινας, Γοδεφρείδος Ντε Μπριγιέρ «έχτισε» τη γυναίκα του στα θεμέλια για να στεριώσει το γεφύρι. Αμέσως μετά τη θυσία, έκλεψε τη γυναίκα το πρωτοπαλίκαρού του, Δομέστιχου Καταβά και εγκατέλειψε μαζί της την Καρύταινα… Τη θέση του Φράγκου ηγεμόνα πήρε ο ίδιος ο Καταβάς και έγινε άρχοντας του κάστρου.
Πηγή: Up Drones – Αρχείο Γεφυριών Πελοποννήσου