Γράφει ο Θεόδωρος Γιαννόπουλος*
Το φετινό καλοκαίρι αναμένεται να είναι κρίσιμο για την Ελληνική οικονομία. Ο τουρισμός και αυτή την χρονιά, αποτελεί ένα στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί. Η τακτική που θα ακολουθηθεί, φαίνεται πως θα είναι ίδια με πέρυσι : Η τουριστική περίοδος, θα ξεκινήσει στις 15 Μαΐου, θα επιτραπεί η μετακίνηση από νομό σε νομό και θα γίνει προσπάθεια τήρησης των υγειονομικών μέτρων. Παράλληλα θα συνεχιστούν και οι εμβολιασμοί , που θα επιτρέψουν ένα ασφαλέστερο άνοιγμα της οικονομίας.
Η φετινή τουριστική σεζόν, θα είναι ιδιαίτερα σημαντική για τους ανθρώπους της εστίασης. Μετά από τόσους μήνες που έμειναν κλειστοί, οι καταστηματάρχες θα λειτουργήσουν ξανά και θα προσπαθήσουν , με νύχια και με δόντια, να ελαχιστοποιήσουν το κόστος που επέφερε η καραντίνα. Θα προσπαθήσουν να καλύψουν το χαμένο χρόνο και να ανακάμψουν. Για να γίνει όμως αυτό, θα χρειαστούν και τη δική μας βοήθεια.
Όπως και πέρυσι το καλοκαίρι, έτσι και φέτος, οφείλουμε να βοηθήσουμε τις τοπικές μας επιχειρήσεις, να σταθούμε δίπλα στους ανθρώπους της εστίασης και να τους υποστηρίξουμε όσο μπορούμε. Κάθε συνεισφορά μας θα μετρήσει. Ας επιλέξουμε να φάμε σε τοπικές ταβέρνες και εστιατόρια και γενικά, ας προτιμήσουμε τα τοπικά προϊόντα. Οι μεγάλες επιχειρήσεις και τα καταστήματα-αλυσίδες, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, θα ξεπεράσουν πιο εύκολα τις δυσκολίες της πανδημίας. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση. Επομένως, είναι προτιμότερο να αφήσουμε τα χρήματα μας σε έναν μικρό καταστηματάρχη.
Αυτή η προσπάθεια βέβαια, θα πρέπει να γίνει ακόμα πιο έντονη στην Γορτυνία. Ας είμαστε όμως ειλικρινείς : η Γορτυνία δεν θα δει τον ίδιο αριθμό τουριστών που θα δουν τα ελληνικά νησιά και οι παραθαλάσσιες περιοχές. Με εξαίρεση την εβδομάδα του Δεκαπενταύγουστου, οι επισκέπτες στη διάρκεια του καλοκαιριού, δεν θα είναι πολλοί. Η Γορτυνία εξάλλου προσφέρεται περισσότερο για χειμερινό παρά για θερινό τουρισμό. Και δυστυχώς η Αρκαδία γενικότερα, έχασε μια χρυσή ευκαιρία (λόγω της πανδημίας) να γίνει γνωστή στο εξωτερικό, μέσω του δικό της “brand name”, ως η κοιτίδα της Επανάστασης του ’21. Αν δεν υπήρχε η πανδημία, ίσως καταφέρναμε και διαφημίζαμε την Αρκαδία με τέτοιο τρόπο ώστε να προσεγγίσουμε και ξένους τουρίστες. Όμως, οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται με τα «αν», πρέπει να γίνουμε ρεαλιστές.
Αν θέλουμε να ενισχύσουμε την τοπική οικονομία, πρέπει εμείς οι ίδιοι οι αναλάβουμε δράση. Θα μπορούσαμε να προτείνουμε σε φίλους και σε γνωστούς μας να επισκεφτούν την Γορτυνία, ακόμα και αν πρόκειται για μια μονοήμερη εκδρομή. Ας τους ξεναγήσουμε στην Δημητσάνα, στα Λαγκάδια, στα Τρόπαια, στην Κοντοβάζαινα, ακόμα και σε μικρότερα χωριά. Ας τους παρακινήσουμε να αγοράσουν αναμνηστικά και τοπικά προϊόντα, καθώς και να γευματίσουν σε οικογενειακές ταβέρνες και εστιατόρια. Με άλλα λόγια, θα ήταν καλό να συμβάλλουμε και εμείς στην προώθηση του τόπου μας, για να μπορέσουμε να ενισχύσουμε έστω και λίγο και τις τοπικές επιχειρήσεις.
Αυτό όμως θα είναι, στην καλύτερη περίπτωση, μια βραχυπρόθεσμη λύση. Αν θέλουμε πραγματικά να ενισχύσουμε την τοπική οικονομία θα πρέπει να αναλογιστούμε τα εξής : Πόσοι επισκέπτονται την Γορτυνία ετησίως και πόσα ξοδεύουν ; Είναι ικανοποιητικός αυτός ο αριθμός; Μήπως θα πρέπει να δουλέψουμε περισσότερο στη διαφήμιση της Γορτυνίας ; Μήπως πρέπει να γίνει πιο προσβάσιμη και να συνδεθεί με περισσότερους οδικούς άξονες; Έχουμε τις υποδομές για να φιλοξενήσουμε περισσότερο κόσμο, αν χρειαστεί; Υπάρχει εργατικό δυναμικό, που να μπορεί να καλύψει αυτές τις ανάγκες ; Θα μπορεί ο πρωτογενής τομέας να υποστηρίξει την τοπική αγορά ή θα χρειαστεί και αυτός ενίσχυση ; Και γιατί να μην επιδιώξουμε να φέρουμε περισσότερους ξένους τουρίστες ; Αυτά είναι ερωτήματα, που υπήρχαν προφανώς και πριν από την πανδημία. Πλέον όμως , μας δίνεται η ευκαιρία για να θέσουμε καλύτερες βάσεις για την τοπική οικονομία. Η πανδημία κάποια στιγμή θα τελειώσει και τότε θα υπάρχει το κατάλληλο κλίμα για αλλαγή, αρκεί να το αξιοποιήσουν σωστά οι τοπικές αρχές.
* Από την έντυπη έκδοση της εφ. «Γορτυνία»
Ο Θεόδωρος Αγγ. Γιαννόπουλος, από Βάχλια και Δήμητρα, είναι Αριστούχος Τελειόφοιτος του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου Πειραιώς